Η ρινοπλαστική αποσκοπεί στη βελτίωση της εμφάνισης αλλά και της λειτουργίας της μύτης, και αποτελεί μια από τις συχνότερα πραγματοποιούμενες επεμβάσεις της πλαστικής χειρουργικής.
Με την ρινοπλαστική μπορεί να μειωθεί ή να αυξηθεί το μέγεθος της μύτης, να διορθωθούν ατέλειες στο ακρορρίνιο ή στη ράχη της μύτης, να μειωθεί το μέγεθος των ρουθουνιών, να διορθωθεί η γωνία ανάμεσα στην μύτη και το άνω χείλος, να αποκατασταθούν τυχόν συγγενείς ή μετατραυματικές δυσμορφίες, αλλά και να αντιμετωπιστούν προβλήματα αναπνοής, όπως στην περίπτωση της σκολίωσης του ρινικού διαφράγματος.
Στόχος όμως πάντα είναι η εμφάνιση της μύτης να “δένει” αρμονικά με τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του προσώπου. Αφορά τόσο σε άνδρες όσο και σε γυναίκες, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε φύλου.

Μια ολοκληρωμένη ρινοπλαστική μπορεί να πραγματοποιηθεί συνήθως μετά την εφηβεία, οπότε και μπορούμε να επέμβουμε τόσο στον οστέινο όσο και στο χόνδρινο σκελετό της μύτης. Ωστόσο, σε ειδικές περιπτώσεις συγγενών δυσπλασιών στο πρόσωπο χρειάζεται να επέμβουμε για διορθώσεις της μύτης στην παιδική ή ακόμη και κατά τη βρεφική ηλικία, όπως σε σχιστίες (λαγόχειλος – λυκόστομα).

Η επέμβαση γίνεται με γενική αναισθησία και η διάρκειά της ποικίλει ανάλογα με το είδος της διόρθωσης που απαιτείται και τις εξατομικευμένες τεχνικές που θα εφαρμοστούν.
Συνήθως απαιτείται νοσηλεία στην κλινική για λιγότερο από 24 ώρες και την επόμενη ημέρα ο ασθενής πηγαίνει σπίτι του.
Η αναπνοή από τη μύτη είναι εφικτή άμεσα μετεγχειρητικά, ενώ τις περισσότερες φορές απαιτείται ένας νάρθηκα για λίγες ημέρες. Κάποιες εκχυμώσεις μπορούν να εμφανιστούν μετά την επέμβαση, που υποχωρούν σε λίγες ημέρες, ενώ η όλη διαδικασία είναι ιδιαίτερα ανώδυνη με την κατάλληλη αναλγητική αγωγή. Σε λιγότερο από μία εβδομάδα συνήθως μπορεί κάποιος να επιστρέψει στην εργασία του.
Σε ειδικές περιπτώσεις μπορεί να γίνει προσωρινή διόρθωση σημείων της μύτης χωρίς επέμβαση, με την τοποθέτηση υαλουρονικού οξέος ή και θεραπεία βοτουλινικής τοξίνης, καλύπτοντας ειδικές ατέλειες για κάποιους μήνες.